Archive for April, 2024


The Benjamin Harrison Presidential Site, or Benjamin Harrison Home, was the residence of the 23rd president of the United States Benjamin Harrison (1833 – 1901) and was raised, accommodating many elm and oak trees in its grounds, on what was at the time the outskirts of Indianapolis.

Built between 1874 and 1875, the Italianate 16-roomed house stands on North Delaware Street in the Old Northside Historic District of Old Northside, just outside the north boundary of Downtown. Once in place, Harrison spent his later life here save the time he served as senator (1881 – 1887) and President (1889 – 1893).

It was at the front of this house that he addressed listeners out on the street in what eventually became known as ‘Front Porch Campaign’ running for president in 1888, even though the portch itself was fashioned three years after he left office.

Harrison had the home refurbished and fitted with electricity as late as 1896, that is five years before he died, whilst the interior displays an oak-trimmed walnut staircase, butternut woodwork and parquet floors.

The charming Art Nouveau-styled old Aveiro Railway Station (Estação de Aveiro in Portoguese) was inaugurated in April 1864 and is located in the city of Aveiro in the namesake Região (region), northwest central Portugal.

The edifice features a fascinating façade adorned with tiles in blue and yellow shades that display traditional and regional themes such as the Palace Hotel do Bussaco, Rio Vouga, the old Monastery of Jesus (modern Museum of Aveiro) and local fishermen in Moliceiros (boats).

A three-floor central segment dictates the design flanked by two lower sections either side that offer symmetry to the structure.

As I argued in a recent post that regarded Roman Londinium, the first component ‘Lond-‘ in the name recommends a potential Germanic and more likely Frisian influence so poses the question whether the Romans actually deployed Germanic troops in their military campaigns over Britain.

The Romans were known to have already drafted in good numbers of Germanic troops by the late first century BC and early first century AD in their campaigns against Germania, a trend that increased with time.

As it turns out, the Romans indeed employed Frisian mercenaries as cavalry along their invasion of Britain (43 – 87 AD) so there is a possibility that some might have been stationed in Londinium during early Roman occupation.

Later on, the presence of Frisian auxiliary units (Cuneus Frisionum) is attested at Vercovicium(1), Housesteads in Hexham, between at least 222 and 235 AD and the Vinovia, near Bishop Auckland in County Durham, potentially starting even earlier among others in nowadays northeast England.

Cavalry units of the ala Vettonum, a Frisian cohort, could have also been stationed at the latter fort whilst the finding of terp Tritzum, trademark earthenware(2) fashioned in fourth century Frisia, in Kent suggests the settling of Frisian laeti(3) therein.

****************************************************************************************************

(1) The mention of Tuihanti, Germanic people likely settled around nowadays Twente (Netherlands), on two memorial stones has them apparently as part of the formation of the Frisian force stationed there.

(2) Pottery made of baked clay.

(3) People from outside the Roman Empire allowed to settle within Roman territory on condition that they would provide recruits for the Roman army.

Let’s have a little look at the names of the days of the week, as appear nowadays, in the English language as well as their (substantially Norse/Scandinavian) origins and meaning now:

Monday, to begin the week with, means ‘Day of the Moon’ and likely derives via the Middle English Monenday on the Old English Mōnandæg, which in turn most likely comes from the Old Frisian Mōna(n)deig.

That said, the Middle English version looks very much identical to the Old Frisian alternate form of Mōnendei, so it may well have been obtained directly from the latter instead.

Tuesday is ‘Tīw’s Day’ or ‘Týr’s Day’ where Týr (Tiwar in Proto-Norse) is a Norse god of war. The English name of the day comes likely via the Old Frisian Tiesdei, which is almost identical.

Wednesday, in turn, means ‘Day of Woden’ where Woden is no other than the mighty Norse king of the gods Odin. The English name apparently comes via the effectively identical Old Frisian Wednesdei.

Thursday is ‘Thor’s Day’ where Thor is no other than the well-known Norse god of Thunder. Its deep root lies in the Norse Þórsdagr (Thor’s Day, where ‘Þ’ is pronounced as ‘θ’) apparently as an influence on Old Frisian Thuner (Thor) and Thunersdei, with a loss of the ‘n’ through time.

Friday means ‘Day of Frig’ and Frig is no other than Odin’s consort goddess Frigg. The English name comes apparently either through the Old Saxon (Low German) name for the goddess of Fri or Old Frisian Frīadei or Fredei for the day.

Saturday has got its origins in the Roman Latin Sāturni diēs that means ‘Saturn’s Day’ but most likely came via the Old Frisian Sāterdei, with which the Middle English form (Saterday) is effectively identical.

Finally, Sunday means ‘Sun’s Day’ as can easily be made out. Its older form (Middle English) is Sunedai likely to have come in its turn from the Old Frisian Sunnandei.

This is a fabulous pendant in the figure of Nekhbet, an early predynastic goddess depicted as a griffon vulture, who was the patron deity of the city of Nekheb (El Kab) before she eventually rose as the guardian of the entire Upper Egypt.

Just like Horus, she grasped the Shen Rings (or rather the Shen Orbs), standing for eternal protection, while she would often appear together with her counterpart Wadjet of Lower Egypt as the Two Ladies, the two guardians of Egypt when unified.

The displayed jewel was found in the tomb of the famous Egyptian Pharaoh Tutankhamun (ruled between around 1332 and 1323 BC), suspended from his very neck, discovered in the Valley of the Kings by Howard Carter in 1922.

Made of solid gold, it is encrusted on the obverse with blue glass where the coverts of the wings and the tips of the tail feathers, which are furnished with red glass.

Σε αντίθεση με ό,τι αυθαίρετο έχει αρχίσει να εμφανίζεται σε πρόσφατα χρόνια, οι Σελοί ήταν μια τάξη ιερέων, όπως αναφέρει και ο Όμηρος άλλωστε, που από ό,τι φανερώνει το όνομά τους (που γράφεται με ένα ‘-λ-‘ και όχι δύο) ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία του Ήλιου ενώ δεν αποτελούσαν αντιθέτως καμία φυλή.

Ο Όμηρος τους αναφέρει ανάμεσα σε αυτούς που κατοικούσαν στην περιοχή της Ηπείρου, μεταξύ της Δωδώνης και του ποταμού Αχελώου, άλλωστε και όχι ανάμεσα σε αυτούς που πολέμησαν ως σύμμαχοι των Αχαιών/Δαναών(1) στην εκστρατεία τους ενάντια στην Τροία.

Η όλη σύγχυση σίγουρα προέρχεται από την αναφορά στον Κατάλογο Πλοίων της Ιλιάδας περί της συμμετοχής της Δωδώνας της Θεσσαλίας, και όχι της Ηπείρου που ήταν αποικία τους, που ανήκε στο ιλλυρικό φύλο των Περαιβών εκείνη την εποχή ανάμεσα στους συμμάχους.

Ετυμολογία του ονόματος

Το όνομά τους προφανώς αποτελεί συντόμευση που προέρχεται από μια προηγούμενη μορφή ως Se(h₂ue)l-oi από το Πρωτο-Ινδο-Ευρωπαϊκό Seh₂u-el, με αντίστοιχο θηλυκό ως Seh₂ul (θεά του ήλιου), που είναι μια πανάρχαια θεότητα του Ήλιου από την Ανατολή.

Αυτό το ‘h₂’ που εμφανίζεται παραπάνω είναι ένα γλωσσικό πρότυπο που συνήθως εκφράζεται ως δασυνόμενο ‘χ’ αλλά κάποιες φορές, και ίσως πιθανό σε αυτή την περίπτωση, με τον ήχο του διγάμματος (F) – οπότε θα προφερόταν λογικά ως Σε(χουε)λοί ή Σε(γουε)λοί αντίστοιχα.

Άλλωστε, τo Seh₂u-el αποτελεί, διαμέσου της λεξικής ρίζας ‘(h)wil-/(h)wel-‘ (ίδια προφορά ως ‘(χ)γουέλ’) και μετέπειτα ‘(h)el-‘ (δασυνόμενο ή μη)(2) που προέκυψε, την μακρινή ρίζα ονομάτων όπως Ήλιος, Ελενή (αντίστοιχο του Ελένη για εμάς), Ελένος (αντίστοιχο του ‘Έλληνας’ για εμάς), και Ελάς (αντίστοιχο του ‘Ελλάς’ για εμάς) όπως και επίσης των Σέλας και Σεληνή (αντίστοιχο του ‘Σελήνη’ για εμάς) ανάμεσα σε άλλα.

Το μετακινούμενο ‘s’

Αυτό οφείλεται στο λεγόμενο φαινόμενο του ‘μετακινούμενου σ’ (s-mobile) όπου το αρχικό ‘s’ σε πολλές λέξεις χάθηκε και είτε αντικαταστάθηκε με δάσυνση (προφορά ενός δασυνόμενου ‘χ’) ή με το δίγαμμα (Ϝ, προφερόμενο όπως το αγγλικό ‘w’), ή τον αντίστοιχο ήχο, για να χαθεί προς το φαινόμενο της ψίλωσης στις ινδο-ευρωπαϊκές γλώσσες και διαλέκτους λόγω ηχητικών αλλαγών.

Το πότε αυτό συντελέστηκε δεν είναι σίγουρο αλλά μάλλον μέσα στους πρώτους αιώνες της πρώτης χιλιετερίδας π.Χ., ωστόσο σε κάποιες περιοχές ή γλώσσες να ξεκίνησε και νωρίτερα. Ενδιαφέρον, πάντως, έχει ότι τα αντίστοιχα ‘φώτα της νύχτας’ διατήρησαν το αρχικό ‘s’ όπως το ‘Σελήνη’ ή το ‘Σέλας’ αντιθέτως.

Για τους αρχαίους Έλληνες, που εμφανίζονται αργότερα, η προφορά ονομάτων που προέκυψαν με απώλεια του αρχικού ‘s’ και το πρώτο φωνήεν ακολουθούταν από ‘λ’ φαίνεται να δασυνόταν όπως ‘Χέ(ε)λιος για το Ήλιος, ‘Χελένος’ για το Ελένος (δικό μας ‘Έλλην(ας)) και ‘Χελενέε’ για το ‘Ελενή’ (δικό μας Ελένη) ενώ το ‘Σεληνή’ (ίσως και ‘Σελενή;’) προφερόταν ως ‘Σελενέε’ δεδομένου ότι το δικό μας ‘ήτα’ (Η) ήταν ‘έτα’ (μακρό ‘ε’) γι αυτούς.

Ως ένα πρόσθετο, αυτό το ‘-el’ στο τέλος του Seh₂u-el που αναφέρθηκε παραπάνω θα πρέπει να είναι ουσιαστικά το ίδιο με το σημιτκό ‘El’ που σημαίνει ‘θεός.’

Επίσης, οι ‘Χελοί’ με τους οποίους κάποιοι συνδέουν τους Σελούς ουσιαστικά δεν ήταν τίποτα άλλο από τους ίδιους σε μια εξέλιξη του ονόματός τους, ως ιερείς του Ήλιου, με βάση την γλωσσική διαφοροποίηση που περιέγραψα προηγουμένως μέσω απώλειας του αρχικού ‘s’ και εμφάνισης δάσυνσης στη θέση του.

Οι Σελοί και ο ‘Δωδωναίος’ Ζευς

Όπως αναφέρει ο Όμηρος, οι Σελοί ήταν ιερείς που έφεραν και υπηρετούσαν τον ‘Δωδωναίο’ Ζευς του οποίου η λατρεία στην περιοχή φαίνεται να ξεκινά γύρω στο 1200 π.Χ. σύμφωνα με τα ευρήματα της αρχαιολογίας, που σημαίνει ότι αυτό έγινε μετά τον Τρωικό Πόλεμο (κατά προσέγγιση μεταξύ 1280 – 1250 π.Χ.).

Η άφιξη/εμφάνισή τους, με ένα όνομα που δείχνει ξεκάθαρα προέλευση από την Ανατολή, φαίνεται συνεπώς να συμπίπτει χρονικά με την αντίστοιχη μιας μεγάλης ομάδας Τρώων μετά την πτώση της Τροίας, όπως περιγράφουν μυθολογία και αρχαίοι ιστορικοί, που ίδρυσαν τα λεγόμενα ‘Τρωικά’ βασίλεια των Χαόνων, Μολοσσών και Θεσπρωτών στην Ήπειρο.

Κάτι που μαρτυρά και η παρουσία της πόλης Τροία ή Ίλιο όχι πολύ μακριά στα δυτικά της Δωδώνας που φερόταν να έχει ιδρυθεί από τον (Χ)Ελένο, γιο του Πρίαμου βασιλιά της γνωστής Τροίας, όταν οδήγησε αυτή ακριβώς την ομάδα Τρώων δυτικά ενώ γεωγραφικά πέρασε στη Χαονία, που πήρε το όνομά της από τον Χάονα (αδερφός ή σύντροφος του (Χ)Ελένου).

Οι Τρώες συνδέονται με ή ακόμη και θεωρούνται ως Φρύγες, αποκαλούμενοι ως τέτοιοι από τον Παυσανία για παράδειγμα, και δείχνουν ούτε λίγο ούτε πολύ να μοιράζονται τους ίδιους θεούς και θεές οπότε ο ‘Δωδωναίος’ Ζευς λογικά δεν είναι άλλος από τον Φρύγα Τι Ζευς, που συνδέεται με το φως και πολύ πιθανώς και με τον Ήλιο επικαλούμενος ως ‘λαμπερός, φωτεινός.’(3)

Οι δε Σελοί, από την άλλη πλευρά, παρουσιάζουν ένα έντονα ασκητικό και ‘ρουστίκ’ (rustic, υπαίθριο) χαρακτήρα, που ταιριάζει απόλυτα τόσo με τους Φρύγες όσο και τους θεούς τους, που φέρονται να κοιμόντουσαν στο έδαφος και περπατούσαν ξυπόλητοι ενώ δεν έπλεναν ποτέ τα πόδια τους για να διατηρούν διαρκώς έτσι μια επαφή με τη φύση και τη γη.

Ως βασική λειτουργία τους, άκουγαν και ερμήνευαν τα θροϊσματα των φύλων κάτω από μια θεωρούμενη ως ιερή βελανιδιά(4) ως θεϊκά μηνύματα από τον ίδιο τον (Τι) Ζευς – η βελανιδιά φαίνεται να είχε ιδιαίτερη θέση στην καρδιά και εκτίμηση των Φρυγών θα πρέπει να πούμε.

Άλλωστε, για τους Τρώες, από ό,τι φαίνεται, ο Ήλιος αποτελούσε μια από τις κυρίαρχες οντότητες στην κουλτούρα τους και δεν είναι τυχαίο ότι η Τροία ονομαζόταν και Ίλιον, που όπως έχω δείξει είναι το ίδιο με Ήλιον (προφερόμενο ως ‘Χέλιον’) που σημαίνει ‘πόλη του Ήλιου.’

Αντιθέτως δεν λατρευόταν ανάμεσα στους Έλληνες, που εμφανίστηκαν αργότερα, παρά ενδεχομένως μόνο έμμεσα ως μία ιδιότητα/πλευρά/μέρος κάποιου θεού όπως ο Άμουν (Σπάρτη, Θήβα) και ο ήδη αναφερόμενος Τι Ζευς (Ολύμπιος Ζευς).

Η αυθεντική ‘(Χ)Ελάς’

Ο Αριστοτέλης δείχνει να αποκαλεί την περιοχή μεταξύ της Δωδώνας και του Αχελώου ως αυθεντική (Χ)Ελάς(5) που προφανώς σημαίνει ‘περιοχή/χώρα του φωτός’ δεδομένης της προφανούς λατρείας του Τι Ζευς ως Δωδωναίου Ζευς, που δείχνει να ταυτίζεται και με τον Ήλιο, καθώς και των Σελών ή κατοπινά (Χ)Ελών ως ιερέων του φωτός, όπως μαρτυρά το όνομά τους.

Το δε όνομα ‘(Χ)Ελάς’ θα έλεγα ότι είναι σίγουρα φρυγικό σε προέλευση το οποίο πιστεύω μαρτυρά ο χαρακτηρισμός ‘ΕΛΑ-ΕΣ’ που προφανώς σημαίνει ‘φέρει το φως’ σε σχέση με την υπέρτατη φρυγική θεά Κυβέλη σε μια επιγραφή στο λαξευμένο σε βράχο ιερό της στην αρχαία πόλη Μίδα της Φρυγίας.

Συνεχίζοντας, ο Όμηρος σίγουρα δεν μιλά για ‘Έλληνες,’ είτε ως λέξη ή ακόμη και έννοια δεν υπήρχε καν στην εποχή του, στην περιοχή και πολύ περισσότερο για συμμετοχή τους στον Τρωικό πόλεμο αλλά προφανώς μάλλον χρησιμοποιεί τη λέξη ‘Χελένοι’ (ή κάποια αντίστοιχη) για να περιγράψει τους κατοίκους της περιοχής του αρχικού βασίλείου που ίδρυσε ο Χελένος, γιος του Πριάμου, στην Ήπειρο.

Είναι πιθανό, όπως ήταν και συνηθισμένο άλλωστε, ότι αυτοί θα πήραν το όνομα ‘Χελένοι’ από τον ουσιαστικό πρώτο βασιλιά τους στη νέα τους γη ενώ στη συνέχεια το βασίλειο διαιρέθηκε, όπως ανέφερα προηγουμένως, στα τρία ‘Τρωικά’ των Χαόνων, Μολοσσών και Θεσπρωτών.

Με την ίδια ακριβώς σημασία το χρησιμοποιεί πολύ αργότερα και ο Αριστοτέλης ενώ η αναφορά του στους Graecians(6) (‘Γραεκοί;’) που κατοικούσαν εκεί και ονομαζόντουσαν και Χελένοι προφανώς υποδεικνύει ότι υπήρχαν τέτοιοι ανάμεσα στους Τρώες που μετακινήθηκαν δυτικά μετά την πτώση της Τροίας.

Τέλος, οι κάτοικοι της Ηπείρου δεν θεωρούνταν ως Έλληνες, αποκαλούμενοι ως ‘βάρβαροι’ (‘ξενόγλωσσοι’), ούτε κατά την λεγόμενη Κλασσική περίοδο αλλά και αργότερα.

****************************************************************************************************

(1) Το όνομα ‘Αχαιοί’ πάντως δεν υπήρχε ή αναφέρεται σε κάποια μορφή κατά τη λεγόμενη ‘Μυκηναϊκή’ εποχή και εμφανίζεται πολύ αργότερα.

(2) Κάτι που αντικατοπτρίζεται στο Αιολικό Αελιος’ (προφερόμενο ως ‘Ί(ε)λιος’), με προφανή Λούβια ρίζα, από μια πρωτύτερη μορφή ως ‘ΑϜελιος’ για τον Ήλιο.

(3) O Τι Ζευς (προφερόμενο ως Τι Ζντέους) συνδέεται, ή ακόμη και ταυτίζεται, με τον επίσης Φρύγα θεό ΒΑΣ που μάλλον δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ακόμη επίθετό του πρώτου σημαίνοντας ‘λαμπερός, φωτεινός.’

Προσωπικά, θεωρώ ωστόσο ότι το ΒΑΣ σημαίνει κάτι ως ‘θεϊκός φρουρός’ (που φέρει φως ούτως ή άλλως) και είναι μια πιθανή παρόμοια μορφή ως 8ΑΣ (προφερόμενο ως ‘φας’ και όχι ‘μπας’) που σημαίνει ‘λαμπερός, φωτεινός.’

Οι γλωσσολόγοι αποδίδουν τον ήχο ‘μπ’ στο ‘8’ αλλά θεωρώ ότι αυτό είναι σφάλμα και γεγονός είναι ότι σε όλα τα υπόλοιπα αλφάβητα που εμφανίζεται, όπως το γειτονικο λυδικό, έχει τον ήχο ‘φ’ και προέρχεται ως γράμμα από τους Φρύγες.

Ο Τι Ζευς όπως προκύπτει είναι τόσο ο Ζευς που εμφανίζεται στον Τρωϊκό Πόλεμο και την Ιλιάδα όσο και ο Ολυμπιος Ζευς που λατρευόταν στην αρχαία Ολυμπία.

(4) Από ό,τι φαίνεται, από κάποια εποχή και μετά, με χάλκινους ωδικούς λέβητες (γκονγκ) είτε στηριζόμεους σε τρίποδες ή κρεμασμένους από τη κλαδιά της βελανιδιάς που παρήγαγαν ήχους μέσω του ανέμου ολόγυρα.

(5) Το Ελάς δασυνόταν και συνεπώς προφερόταν ως ‘Χελάς’ στις περισσότερες διαλέκτους.

(6) Οι Graecians αναφέρονται ανάμεσα στους συμμάχους των Τρώων και κατά πάσα πιθανότητα κατοικούσαν στην Τρωάδα την εποχή του Τρωικού πολέμου ενώ υπήρχε μια φρυγική φυλή που ονομαζόταν FΡΕΚΥΝ, προφερόμενο ως ‘γ(ου)ρέκουν’ (με προφανή ονομαστική ενικού ως FΡΕΚΟΣ – ‘Γ(ου)ρέκος’) που πιθανώς να αντιστοιχεί σε αυτούς.

Οι Graecians θεωρούνταν συγγενείς των Λατίνων και έτσι εμφανίζονται άλλωστε και στο ‘γενεαλογικό δέντρο’ του Ησίοδου στον ‘Κατάλογο Γυναικών,’ με τους αντίστοιχους γενάρχες τους ως γιους της Πανδόρας από την Ανατολία.