Archive for June, 2023


Ξεκινώντας, το όνομα ‘Σπάρτη,’ όπως το γνωρίζουμε σήμερα, αποτελεί για την ακρίβεια την Ιωνική απόδοση του ονόματος (προφερόμενο ως ‘Σπάρτε’) ενώ η κανονική του Δωρική μορφή ήταν ‘Σπάρτα,’ πιθανώς με ισοτονισμένες συλλαβές (το δεύτερο ‘α’ δείχνει να είναι μακρό).

Το όνομα, προφανώς, αναφερόταν στο κύριο σύμπλεγμα οικισμών που βρισκόταν στις όχθες του ποταμού Ευρώτα και όπως συμβαίνει με τη συντριπτική πλειοψηφία των Δωρικών ονομάτων/λέξεων αυτά προέρχονται αυτούσια από ή είναι εξαιρετικά όμοια με τα ‘Λελεγικά’ Δωρικά.

Άλλωστε, οι αυθεντικοί Δωριείς ήταν Λέλεγες (Λούβιοι ομιλητές) και ήταν ακριβέστερα οι πρώην Εστιαίοι που κατοικούσαν στην περιοχή της Δωριδας με καταγωγή από την Ανατολία. Ο Σπαρτιάτης ποιητής Τυρταίος αναφέρει, ως απόδειξη, ότι οι πρώτοι κάτοικοι της Σπάρτης ήρθαν από την Πίνδο, που ήταν μία από τις τέσσερεις πόλεις της τετράπολης της Δωρίδας.

Αν και οι κάτοικοι της Δωρίδας ονομάζονταν Δωριείς, ως ‘λαμβάνοντες το δώρο’ της περιοχής αυτής από τον Αλκαίο, αυτοί που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν αργότερα στη Λακωνία αντιθέτως ονομαζόντουσαν Λέλεγες (που σημαίνει κάτι ως ‘ξένοι’) από το όνομα του πρώτου βασιλιά της Σπάρτης Λέλεξ.

Κατ’αντιστοχία, η Λακωνία δεν ονομαζόταν ακόμη έτσι αλλά Λελεγία κατά την πορεία της πρώτης ουσιαστικής δυναστείας της Σπάρτης που κάλυψε περίπου τα πρώτα τρία τέταρτα του 16ου αιώνα π.Χ.

Η αρχαία πόλη πήρε το πιο γνωστό όνομά της από την Σπάρτα που ήταν κόρη του βασιλιά Ευρώτα (Εουρώτα για τους Έλληνες, όνομα που δείχνει ανατολίτικη προέλευση) που με τη σειρά του ήταν έγγονός του Λέλεξ, και συνεπώς και οι δυο με τη σειρά τους Λέλεγες και τα ονόματά τους Λελεγικά (Λούβια) – στην Βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου, ο Ευρώτας περιγράφεται ως γιος του Λέλεξ ωστόσο.

Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι υπάρχει πόλη στην Τουρκία (Ανατολία) που ονομάζεται Ισπάρτα στα τούρκικα αλλά το αρχαίο όνομά της ήταν Σπάρτα, η οποία βρισκόταν στην αρχαία Πισιδία, και που ως πρώτοι κάτοικοί της αναφέρονται οι Ρωμαίοι. Το όνομα, ωστόσο, σίγουρα δεν είναι λατινικό που σημαίνει ότι αυτοί προφανώς υιοθέτησαν το πρωτύτερο όνομα της περιοχής (ή πρωτύτερης εγκαταλελειμένης πόλης).

Στη αρχαία γλώσσα των Λυκίων, γειτόνων της Πισιδίας, υπήρχαν επίσης τα ενδιαφέροντα ονόματα ‘Sppartaze’ (με δύο ‘π’), που σημαίνει κάτοικος της Σπάρτης, και ‘Sppartalija,’ χώρα της Σπάρτης, που πολύ πιθανώς αναφέρονταν σε αυτή τη Σπάρτη (Πισιδία) και που δείχνει ότι ήταν πολύ παλιότερη από την εποχή των Ρωμαίων.

Γυρίζοντας στη Σπάρτα, κόρη του Ευρώτα, αυτή παντρεύτηκε τον Λακεδαίμονα που φέρεται ως ξένος και ο οποίος έγινε έτσι ο νέος βασιλιάς της πόλης που εγκαθίδρυσε την δεύτερη βασιλική της δυναστεία.

Το από που προερχόταν δεν είναι ξεκάθαρο, εν τούτοις το δεύτερο συνθετικό ‘-δαίμων’ (που σημαίνει πιθανώς κάτι ως ‘αυτός που διαιρεί’) έχει περσική ρίζα, αλλά το όνομά του έχει την ίδια ρίζα με το ‘Λάκ-ωνες’ που είναι προ-ελληνικό.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν είναι η πρώτη λέξη ή όνομα που συναντάται στα λακωνικά που φαίνεται να έχει περσική ρίζα/προέλευση, κάτι που έχει ενδιαφέρον. Φέρεται ως γιος του Ζευς, που στην περίπτωση της Σπάρτης ήταν ο Αιγύπτιος Άμουν, και η περίοδος αφιξής του συμπίπτει ουσιαστικά με την απώθηση των Υξώς από την Αίγυπτο, από τους οποίους πολύ πιθανώς προέρχονται οι Δαναοί.

Αν και ο Ζευς εδώ θα μπορούσε να είναι κάλλιστα ένας βασιλιάς-θεός από την Ανατολή καθώς ως μητέρα του Λακεδαίμονα φέρεται η Ταϋγέτη (Ταουγκέτε στα ελληνικά), της οποίας το όνομα δεν έχει γνωστή ετυμολογία αλλά αφενός ήταν μία από τις Πλειάδες (νύμφες), οντότητες που έχουν έρθει από την Ανατολία και τη Θράκη, και αφετέρου σύντροφος της Άρτεμης, θεάς που προέρχεται από τη Λυδία – αν και το Άρτεμη είναι μάλλον επίθετο (τίτλος) και όχι θεώνυμο (όνομα θεάς), όπως και φρυγικό ως όνομα σε προέλευση.

Το ποια είναι η σημασία του Σπάρτα είναι αμφίβολο και μία εκδοχή το συνδέει με το ‘σπαρτός’ που σήμαινε ‘σχοινί/σπάγκος’ αλλά το δεύτερο μπορεί να σημαίνει και ‘κάποιος που έχει σπαρθεί,’ κάτι που αφορούσε τους αυτόχθονες (αυτοί που γεννιούνταν από τη γη).

Ενδιαφέρον εδώ έχει το όνομα Σπάρτακος, το οποίο είναι Θρακικό, που προέρχεται από μια προηγούμενη μορφή ως ‘Σπαράτακος’ όπου το ‘Σπαράτα-‘ (συντετμημένο ως ‘Σπάρτα-‘) σημαίνει ‘δόρυ.’

Στην οποία περίπτωση το όνομα Ταου-γκέτε (Ταϋγέτη) θα μπορούσε να συσχετιστεί με τους Γκέτες, ένα από τα κύρια Θρακικά φύλα, ενώ η Άρτεμη (με την οποία συνδεόταν) ήταν μία από τις τρεις θεότητες των Θρακών – και που ο Ζευς σε αυτή την περίπτωση θα ήταν πιθανώς ο Ζντις (Βάκχος).

Οι Θράκες, παρεπιπτόντως, προερχόντουσαν από την περιοχή του Δούναβη αλλά και ακόμη βορειότερα γύρω από την σημερινή Ουκρανία. Από αυτή την τελευταία περιοχή δείχνει να έχει προέλευση και η πανάρχαια κουλτούρα των ‘Ενσύρματων σκευών’ (Corded Ware Culture), που εδώ ταιριάζει σε σχέση και με την πρώτη υποθετική σημασία του Σπάρτα (σχοινί).

Να σημειωθεί ότι η Ταϋγέτη φαίνεται ότι είχε και ένα δεύτερο όνομα ως ‘Σπάρτα’ και η ίδια ενώ και η παρουσία Θρακών φαίνεται να υπάρχει στην περιοχή σε αυτή την εποχή στα μέσα της δεύτερης χιλιετερίδας π.Χ.

Τέλος, να αναφέρω εδώ και τη φρυγική λέξη ‘ΣΠΕΡΕΤΑ’ (είχαν μόνο κεφαλαία γράμματα) που σημαίνει ‘σπόροι’ και που έρχεται σε σχέση με το Σπάρτα σε ό,τι αφορά την υποθετική δεύτερη σημασία του.

This is the layout of the Roman Forum, or Forum Romanum, and central ancient Rome (save much later added Plazza Venezia top left and Palatino Museum towards the bottom in the modern era).

The beautiful Hungarian Art Nouveau-styled Raichle’s Palace, built in 1904, lies in the town of Subotica in the autonomous province of Vojvodina, northern Serbia.

It was designed and built by Serbo-Hungarian architect Ferenc Raichle as a family mansion and today houses the Modern Art Gallery of Subotica.

Incidentally, Subotica seems to mean something like ‘daughter/maiden of Saturday’ judging by the apparent Serbo-Croatian components ‘Subot(a)-‘ (Saturday) and ‘-ica’ (young female).

On the other hand, the respective Hungarian name for the town of Szabadka means something like ‘daughter/child of freedom’ out of the Slavic borrowing ‘svabad(a)-‘ (free/freedom) and the suffix ‘-ka’ (young/little).

It has been suggested that the Hungarian equivalent probably derives on the earliest attested ‘Zabotka/Zabatka’ way back in 1391 AD.

The town lay under Hungarian or Austro-Hungarian hold most of the way, the Ottomans taking over between 1542 and 1686, as well as being mostly Hungarian-populated before it was eventually annexed to the Kingdom of Yugoslavia initially in 1920 and then again in 1944.

Siria, Romania

While looking into the etymology of the name of an athlete, promising 19-year-old Adriana Vilagoš (Serbia) in the javelin, I stumbled on something unexpected and quite intriguing some time ago.

To begin with, her surname stands out as of no Serbian origin but actually Hungarian and means something like ‘bright’ or ‘bearing light.’

Yet, moving further, Vilagoš also happens to be the Hungarian name, since once part of the Kingdom of Hungary, of the Romanian commune of Siria, Arad County in western Romania.

Now, what may be special about it? The name ‘Siria’ is actually Asturian/Spanish but can also be found in Irish, potentially also Celtic by implication, and Italian all deriving on the Latin ‘Syria’ that is no other than… Syria!

Which, in turn, means that at some time in history people from Syria came and settled in the area to carry that name. When might that have been?

There seems nothing to be found about that whilst the earliest record of the village/commune surfaces in the 12th century AD, where it appears that it already carried that name then.

Phoenicians, among whom Syrians fell in, definitely settled southern regions of the Black Sea as well as Illyria in deep antiquity but did their presence stretch further up towards central Europe? The name of Siria in western Romania may imply that they might have done.

The picture shows the ruins of the medieval citadel of Siria that was apparently built in the 13th century AD. 

Comments

The Governor’s Palace is a long low building on a large terrace that is located just south of the Pyramid of the Magician in the central quarter of the ancient Mayan city of Uxmal in the Puuc region of the Yucatán Peninsula, easternmost nowadays Mexico.

The structure comprises three sections where the middle is elevated to about 20m and links to the other two lower flanking equivalents through vaulted corridors oriented towards the main pyramid of Cehtzuc southeast.

Furthermore, the decorations of the facade of the building contain nearly 400 glyphs of Venus in masks of rain god Chac while it features eight bicephalic serpents over the main entrance.

Υπάρχει ένα συγκεκριμένο έθιμο σε αρκετά μέρη γύρω στη σημερινή Ελλάδα όπου άνδρες ντύνονται ως σάτυροι και ‘κουδουνάτοι’ ή ‘κουδουνάδες’ (φωτογραφία) όπως αποκαλούνται, αρκετές φορές και ‘τραγόμορφοι,’ οι οποίοι ξεχύνονται και γυρνούν στους δρόμους γύρω επιδεικνύοντας μια σεξουαλικά τολμηρή και προκλητική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια των Αποκριών.

Λαμβάνει χώρα μάλιστα κυρίως γύρω από την τελευταία Κυριακή και σαββατοκύριακο των Αποκριών, αν και υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, και κατά πρώτο λόγο σε νησιωτικές περιοχές όπως η Χίος, η Νάξος, η Ικαρία, η Λέσβος και η Σκύρος ενώ αναφέρεται και στη Χαλκιδική σε ό,τι αφορά την ενδοχώρα.

Αν και υπάρχει η γνώση ότι το έθιμο είναι πολύ παλιό και με ρίζες στην αρχαιότητα, σε κάποιες περιπτώσεις ωστόσο θεωρούμενο λανθασμένα ως μεσαιωνικό, θα έλεγα ότι είναι ξεκάθαρο ότι η σημασία του αλλά και το τι αναπαριστά έχει λησμονηθεί μέσα στο χρόνο και γίνεται περισσότερο μέσα από μια ‘θολή μνήμη’ του μακρινού παρελθόντος.

Αυτό που λοιπόν υποδύονται αυτοί οι ‘μασκαρεμένοι’ άνδρες δεν είναι τίποτα άλλο από τους Pans ή Πανίσκους(1) που ήταν σωσίες (ρέπλικες) στους οποίους πολλαπλασιαζόταν ο Παν, τραγόμορφος θεός από την Ανατολία και πολύ πιθανώς προερχόμενος από τους Φρύγες, και που επιδείκνυαν αυτή ακριβώς τη συμπεριφορά προσπαθώντας κυρίως να τραβήξουν την ερωτική προσοχή των νυμφών.

Ο Παν ήταν θεός των αγριότοπων, των λειβαδιών, των βοσκών και κοπαδιών αλλά και των δασών όπως και της υπαίθριας μουσικής, σύντροφος επίσης των νυμφών, καθώς συνδεόταν με τη γη και τη φύση αλλά και τις δραστηριότητες που συνδέονται με αυτές` όπως αντίστοιχα και το όνομά του το οποίο δεν σημαίνει ‘όλος/όλοι’ (κυρίως ως πρόθεμα) όπως παρεφθαρμένα έχει καταντήσει μέσα στο χρόνο.

Μάλιστα θεωρούνταν αρχαιότερος όλων των Ολύμπιων θεών (αν και το ‘Ολύμπιοι’ εδώ προφανώς αφορά τον Όλυμπο, όνομα που προέρχεται επίσης από εκεί, της Φρυγίας) ενώ ίσως να έχει και ακόμη βαθύτερες ρίζες στην Αίγυπτο, όπου ήταν γνωστός με το όνομα Mendes και ταυτιζόταν με τους πανάρχαιους θεούς της (Per-)Banebdjedet και Min.

Κοιτάζοντας πιο προσεκτικά, θα έλεγα ότι το όνομα Mendes δεν δείχνει να είναι αιγυπτιακό και ότι είναι αντιθέτως σίγουρα φρυγικό που αναλύεται ως ΜΗΝ (προφερόμενο ως ‘Μεν’) ΔΕ(Υ)Σ (‘Ντέ(ου)ς,’ σημαίνοντας ‘θεός’), ο Φρύγας σεληνιακός θεός που πρέσβευε τους (σεληνιακούς) μήνες και που από το όνομά του προέρχεται και η λέξη ‘μήνας.’

Που με τη σειρά του, δείχνει να υπονοεί σύνδεση μεταξύ του Μην και του Παν, ο οποίος συνδεόταν ερωτικά με τη Σελήνη(2). Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, μάλιστα, η μεγάλη ομοιότητα του ονόματος του Φρύγα Μην με τον Αιγύτπιο Min(3), του οποίου η φύση και γενικότερη συμπεριφορά μοιάζει πολύ με αυτή του Παν.

Η Φρυγική ταυτότητα του Παν πριν περάσει το Αιγαίο και έρθει στα Βαλκάνια από την Ανατολή φαίνεται και από το γεγονός ότι αφενός συνδέεται με την Φρυγική μέγιστη θεά Κυβέλη, κάτι που πιστοποιείται από τον Πίνδαρο για παράδειγμα, ενώ ήταν ακόλουθος του Φρύγα θεού Σαμπάζντιου που λατρευόταν ως κύρια θεότητα και σε πολλές περιοχές της σημερινής Ελλάδας, μεταξύ των οποίων (ως Ζευς) και στην Αθήνα.

Δεν θα πρέπει να αποκλειστεί, πάντως, να έχει ακόμη βαθύτερες ριζες στους Καύκονες(4), πανάρχαιος Καυκάσιος λαός της Ανατολίας, τους οποίους οι Φρύγες κατέκτησαν επίσης κάποια στιγμή όταν άρχισαν να αναπτύσσονται ως δύναμη.

Δεδομένου μάλιστα ότι η εμφάνιση του θεού στο χώρο της σημενινής Ελλάδας αναφέρεται στην περιοχή της Αρκαδίας, η οποία κατοικούνταν κύρια από αυτούς (Καύκονες) και Πελασγούς (Αιγύπτιοι και Λύβιοι, ίσως και Φοίνικες, άποικοι).

****************************************************************************************************

(1) Η εμφάνιση των ‘Κουδουνάτων’ ή ‘Κουδουνάδων’ ταιριάζει απόλυτα σε αυτή του Παν.

(2) Η Σελήνη ονομαζόταν και ΜΗΝΗ, προφερόμενο ως Μενέ, που αποτελεί τη θηλυκή μορφή του ονόματος του Φρύγα σεληνιακού θεού ΜΗΝ (προφερόμενο ως ‘μεν’) και που είναι ξεκάθαρα Φρυγικό, πιθανώς και το αυθεντικό όνομά της.

Επιπλέον, έφερε και το επίθετο ‘Παν-Δία’ (προφερόμενο ως ‘Παν Ντία’) ή Παν-Δεία (‘Παν-Ντέα) όπου ‘Δία/Δεία’ σημαίνει ‘θεά’ ενώ το ‘Παν’ αφενός δείχνει να την συνδέει με το δεδομένο θεό αλλά και με τη φύση στη γη που αυτός αντιπροσωπεύει.

Τα οποία παραπάνω, επαγωγικά, συνδέουν και τους δύο θεούς μεταξύ τους που ίσως να είναι και ένας.

(3) Tο όνομά του πιθανώς προφερόταν είτε ως ‘Menu’ ή ‘Men’ μάλιστα.

(4) Οι Καύκονες ήταν μάλιστα ‘υπεύθυνοι’ για την έλευση και διάδοση της λατρείας του Ερμή στο χώρο της σημερινής Ελλάδας.

The Romanesque Bojnice Castle (Bojnický zámok in Slovak), blending in further Gothic and Renaissance elements, is a medieval castle that was first recorded in 1113 AD and lies above the namesake town on Nitra River in the Trenčín Region, northwestern Slovakia.

Originally, it was a wooden fort that was gradually reinforced with stone whilst the outer walls were adjusted to the rocky surrounding terrain and its first owner was Hungarian nobleman Matthew III Csák, granted the castle by King Wenceslaus III of Bohemia, in the early 14th century.

A century on, Hungarian King Matthias Corvinus was now lord of the castle which came to the noble family of Zápolya following his death (1490) and then the Thurzós a few decades later (1528), under whom it underwent a major revamp into a Renaissance castle.

They latter were succeeded by the Pálffys in the mid 17th century down the line of whom János Ferenc Pálffy undertook a complex romantic refurbishing of the structure between 1888 and 1910 into its modern fashion.